ενώ τόσο καιρό ενόμιζα
ότι το "πουσκιά" εν που τον πούστη τον κακό, (την κακιά-αδερφή) που βγαίνει*
τελικά όταν το έγραψα στο greeklish αποφάσισα ότι εν από το push που φκαίνει
Pushkia!
πουσκιά: όταν σπρώχνω τον άλλο παρά την θέληση του, είτε το ξέρει είτε όχι να κάμει το δικό μου.
τελικά...
ευτυχώς που δεν έγινα λεξικογράφτης!!!
*δεν έχω κανένα πρόβλημα με τους ομοφυλόφιλους, ούτε και έχουν μαζί μου.
εν με τους άλλους που έχουν, που έχω.